Σκολίωση Ρινικού Διαφράγματος

(Στραβό Διάφραγμα) Σκολίωση Ρινικού Διαφράγματος

στραβό διάφραγμα

Η σκολίωση του ρινικού διαφράγματος (στραβό διάφραγμα) είναι η κατάσταση στην οποία το διάφραγμα, δηλαδή ο χόνδρος και το οστό που χωρίζουν στη μέση τη μύτη, βρίσκεται εκτός θέσης ή παρεκκλίνει προς τη μία πλευρά.

Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν σε κάποιο βαθμό στραβό διάφραγμα (περίπου 80%), χωρίς να το γνωρίζουν, αφού ποτέ δεν αισθάνθηκαν κάποια αξιοσημείωτη ενόχληση. Σε αυτούς συνήθως ανακαλύπτεται τυχαία κατά την κλινική εξέταση από τον ωτορινολαρυγγολόγο τους. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις ασθενών με έντονα συμπτώματα, τα οποία αποδίδονται σε σημαντική σκολίωση του διαφράγματός τους. Συχνά, μαζί με τη σκολίωση συνυπάρχει και διόγκωση των ρινικών κογχών, των σάρκινων δομών που υπάρχουν φυσιολογικά μέσα στη μύτη και βοηθούν στην ομαλή στροβιλώδη ροή του αέρα, στον καθαρισμό και την εφύγρανση του.

Συμπτώματα

Το πιο κοινό σύμπτωμα είναι η ρινική συμφόρηση, με τη μία πλευρά της μύτης να πάσχει πιο έντονα από την άλλη σε σχεδόν καθημερινή βάση, ενώ σε περίπτωση ασθένειας (κοινό κρυολόγημα, ρινίτιδα) τα συμπτώματα εντείνονται και η αναπνοή από τη μύτη είναι πλέον πολύ δύσκολη.

Η δυσκολία στην αναπνοή μπορεί να γίνεται εμφανής κατά την άθληση, όταν ο εισπνεόμενος αέρας από τη μύτη δεν αρκεί και ο ασθενής πρέπει να αναπνέει από το στόμα, όπως και κατά τη διάρκεια του ύπνου, όπου το στραβό διάφραγμα μπορεί να ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τη βαριά αναπνοή και το ροχαλητό. Σε σοβαρές περιπτώσεις, μπορεί ακόμα να συμβάλλει στην εμφάνιση υπνικής άπνοιας, κατά την οποία ο ασθενής, ενώ ροχαλίζει έντονα, σταματά ξαφνικά να αναπνέει για λίγα δευτερόλεπτα και, στη συνέχεια, παίρνοντας μια βαθιά ανάσα, συνεχίζει τον θορυβώδη ύπνο του.

Οι υποτροπιάζουσες ή επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις των παραρρίνιων κόλπων (ιγμορίτιδα) μπορούν να οφείλονται στο στραβό διάφραγμα, αφού η διαταραγμένη ανατομία του εσωτερικού της ρινός μπορεί να οδηγεί σε απόφραξη των στομίων παροχέτευσης των κόλπων, με αποτέλεσμα να συσσωρεύονται μικρόβια και βλέννα και να δημιουργείται ή να συντηρείται η φλεγμονή.

Η ρινορραγία (αιμορραγία από τη μύτη) είναι συχνή, καθώς ο εισπνεόμενος αέρας δεν ακολουθεί ομαλή ροή, με αποτέλεσμα να ξηραίνεται ο βλεννογόνος και να γίνεται πιο ευαίσθητος. Άλλα συμπτώματα μπορεί να είναι ο πόνος στο πρόσωπο, η κεφαλαλγία και η καταρροή.

Διάγνωση στραβού διαφράγματος

Μετά τη λήψη λεπτομερούς ιστορικού διενεργείται κλινική εξέταση με πρόσθια ρινοσκόπηση κατά την οποία ελέγχεται η θέση του διαφράγματος. Στην συνέχεια εκτελείται ενδοσκοπικός έλεγχος της ρινός κι ελέγχεται το διάφραγμα σε όλο του το μήκος , εξετάζονται τα στόμια των παραρρινίων κόλπων ως προς τη βατότητά τους καθώς και το μέγεθος των ρινικών κογχών. Ο ακτινολογικός έλεγχος με τον τρόπο αυτό δεν είναι απαραίτητος για τη διάγνωση του στραβού διαφράγματος. Αξονική τομογραφία μπορεί να ζητηθεί στις περιπτώσεις που από τον ενδοσκοπικό έλεγχο ανευρεθεί και άλλη παθολογία (π.χ. ρινικοί πολύποδες).

Αίτια

Το τραύμα είναι ο πιο συχνός εξωγενής παράγοντας. Κακώσεις στο πρόσωπο και κατάγματα ρινός αναφέρονται συχνά στο ιστορικό των ασθενών, ακόμα και αν αυτά συνέβησαν σε μικρή ηλικία. Το διάφραγμα εξάλλου παίρνει την τελική του μορφή προς το τέλος της εφηβείας, οπότε ολοκληρώνεται και η διάπλαση της ρινός. Ωστόσο, σε πολλούς ασθενείς δεν υπάρχει ιστορικό τραύματος, οπότε το στραβό διάφραγμα θεωρείται ανατομική βλάβη.

Θεραπεία στραβού διαφράγματος

Σε περιπτώσεις μικρής παρέκκλισης του διαφράγματος, ρινικά σπρέι σε συνδυασμό με ρινοπλύσεις με φυσιολογικό ορό ή υπέρτονο διάλυμα μπορούν να παρέχουν μια ανακούφιση και να κάνουν τη ρινική αναπνοή πιο ευχερή. Ωστόσο, εάν το διάφραγμα είναι αρκετά παρεκτοπισμένο, τότε η θεραπεία είναι χειρουργική με ευθειασμό του ρινικού διαφράγματος.