Ιγμορίτιδα

Ιγμορίτιδα

Συμπτώματα

Η ιγμορίτιδα είναι η φλεγμονή των ιγμορείων, οι οποίοι είναι αεροφόρες κοιλότητες που βρίσκονται στο κρανίο και συνδέονται με τη ρινική κοιλότητα. Η φλεγμονή αυτή συνήθως προκαλείται από κοινά κρυολόγημα, γρίπη ή αλλεργική ρινίτιδα και χαρακτηρίζεται από έντονο οίδημα του ρινικού βλεννογόνου και αυξημένη παραγωγή βλέννας. Οι ιγμορείς παράγουν συνεχώς βλέννα, η οποία βοηθά στην εφύγρανση της μύτης και στη δέσμευση βλαβερών ουσιών από τον εισπνεόμενο αέρα.

Το οίδημα στα ιγμόρεια μπορεί να αποφράσσει τους αγωγούς παροχέτευσης, προκαλώντας πόνο στην περιοχή του προσώπου, κυρίως κάτω ή ανάμεσα από τα μάτια και στο μέτωπο. Αν δεν αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή εγκαίρως, οι εκκρίσεις μπορούν να μετατραπούν σε πυώδεις, πρασινοκίτρινες και πηκτές, οδηγώντας σε ιγμορίτιδα.

Εκτός από τα κοινά κρυολόγημα, γρίπη και αλλεργική ρινίτιδα, άλλοι παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν σε ιγμορίτιδα είναι ανατομικές ανωμαλίες της μύτης όπως το στραβό διάφραγμα και οι ρινικοί πολύποδες. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η ανωμαλία της μύτης εμποδίζει την ελεύθερη ροή των εκκρίσεων, προκαλώντας τη συσσώρευση τους και την εμφάνιση πυών στους ιγμορείς. Επίσης, φλεγμονές των δοντιών της άνω γνάθου, οδοντιατρικές επεμβάσεις, επιπλέον καταγμάτα προσώπου και θαλάσσιες δραστηριότητες όπως οι καταδύσεις μπορούν επίσης να προκαλέσουν ιγμορίτιδα.

Τα συχνότερα μικρόβια που συνήθως σχετίζονται με την ιγμορίτιδα είναι ο στρεπτόκοκκος, ο πνευμονιόκοκκος, ο σταφυλόκοκκος, ο αιμόφιλος και η μοραξέλλα, καθώς και διάφορα αναερόβια μικρόβια.

Διάγνωση

Βασικό ρόλο στη διάγνωση παίζει η λήψη αναλυτικού ιστορικού του ασθενούς. Τις περισσότερες φορές οι ασθενείς παραπονούνται για κεφαλαλγία, αίσθημα βάρους και πόνο στο πρόσωπο που γίνεται πιο έντονο όταν σκύβουν, αδυναμία, κόπωση, πυρετό, διαταραχή της όσφρησης, ρινική συμφόρηση και καταρροή, βήχα, κακοσμία του στόματος και ενόχληση στα δόντια.

Η ακριβής διάγνωση γίνεται με τη μέθοδο της ενδοσκόπησης, δηλαδή με την λεπτομερή εξέταση της μύτης με εύκαμπτο ή άκαμπτο ενδοσκόπιο μέχρι τον ρινοφάρυγγα. Ελέγχονται τα στόμια των ιγμορείων, διαπιστώνεται η απόφραξη ή μη, ελέγχεται η παρουσία πυωδών εκκρίσεων καθώς και κάθε άλλης παθολογίας ή ανατομικού προβλήματος που μπορεί να δημιουργήσει ή να συντηρήσει την πάθηση. Η εξέταση είναι σύντομη, ανώδυνη και ο ασθενής μπορεί να αναπνέει και να μιλά κανονικά. Δεν έχει ακτινοβολία και γι’ αυτό μπορεί να γίνει σε εγκύους και παιδιά.

Η ακτινογραφία προσώπου έχει εγκαταλειφθεί σαν μέθοδος γιατί οι πληροφορίες που παρέχει δεν είναι ακριβείς και δε βοηθούν στη διάγνωσή της, αφού μια εικόνα θολερότητας στην περιοχή των ιγμορείων μπορεί να εμφανιστεί και σε ένα κοινό κρυολόγημα ή μια ρινίτιδα.

Η αξονική τομογραφία χρησιμοποιείται κυρίως σε περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται ενδοσκοπικά κάποια διαταραχή της ανατομίας της μύτης όπως π.χ. ρινικοί πολύποδες. Σε αυτήν την περίπτωση μπορούμε να διακρίνουμε την έκταση της βλάβης και κατά πόσον έχει ή όχι συμμετοχή στην ιγμορίτιδα. Επίσης, χρησιμεύει στη διάγνωση και περαιτέρω αντιμετώπιση των επιπλοκών της ιγμορίτιδας.

Θεραπεία

Η θεραπεία εξαρτάται πρωτίστως από τη σωστή διάγνωση. Η αντιμετώπιση της οξείας ιγμορίτιδας γίνεται κυρίως με χορήγηση αντιβιοτικών φαρμάκων ευρέος φάσματος, αποσυμφορητικών του ρινικού βλεννογόνου και τακτικές ρινοπλύσεις, οι οποίες μπορεί να εκπαιδευτεί να κάνει μόνος του ο ασθενής στο σπίτι με φυσιολογικό ορό ή υπέρτονα διαλύματα.

Αν τα συμπτώματα παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και ίσως σε πιο ήπια ένταση, τότε υπάρχει πιθανότητα να έχει δημιουργηθεί χρόνια ιγμορίτιδα. Σε αυτήν την περίπτωση, η θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει την ενδοσκοπική χειρουργική επέμβαση για τον καθαρισμό και τη διάνοιξη των στομίων των ιγμορείων.

ιγμορίτιδα